Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο. Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|11|06|2024}}
Οι Σοβιετικοί στο τουρνουά αυτό παρουσίασαν την πιο γρήγορη και θεαματική ομάδα όλων των εποχών, με τους Άρβιντας Σαμπόνις, που αναδείχθηκε ως ο MVP της διοργάνωσης, και τον Αλεξάντερ Βολκόφ σε μεγάλη φόρμα, και εκτός μιας παραφωνίας με την Ισπανία στην πρώτη φάση (μία αναπάντεχη ήττα με 92-99) διέλυσαν κυριολεκτικά κάθε αντίπαλο, φορτώνοντας τα αντίπαλα καλάθια με 109 πόντους κατά μ.ο. σε κάθε αγώνα. Για τελευταία φορά, μία από τις κορυφαίες στο παρελθόν μπασκετικές δυνάμεις του ευρωπαϊκού χώρου, έστω και γερασμένη, η Τσεχοσλοβακία κάνει την έκπληξη στα προημιτελικά και αποκλείει τη Γιουγκοσλαβία με 102-91, που είχε στις τάξεις της τον Ντράζεν Πέτροβιτς (ο οποίος ήταν και ο πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 25,5 πόντους κατά μ.ο.) και νικώντας στον ημιτελικό την Ισπανία 98-95 (Πέτερ Ράινιακ 31 π.) τελικά κατακτά τη δεύτερη θέση (έχασε στον τελικό με 120-89 από τη Σοβιετική Ένωση) και ποτέ ξανά δεν θα παίξει καθοριστικό ρόλο στα μπασκετικά δρώμενα της γηραιάς ηπείρου, πλην δύο νικών-φωτοβολίδων επί της ελληνικής ομάδας στις διοργανώσεις του 1991 (με 123-113 στην παράταση, κανονικός αγώνας: 105-105) και (ως Τσεχία πλέον) του 1999. Για τους Σοβιετικούς, ήταν η 14η κατάκτηση Ευρωμπάσκετ και έμελλε να είναι και η τελευταία πριν τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη του 1991.
Σ' αυτό το τουρνουά τέθηκαν για πρώτη φορά σε Ευρωμπάσκετ σε ισχύ το σουτ των τριών πόντων (από απόσταση τότε στα 6,25 μέτρα από το καλάθι), το οποίο βοήθησε να εκτοξευθούν τα σκοραρίσματα παραπάνω, και οι βολές μία-συν-μία.
Στον προκριματικό γύρο, οι 12 ομάδες χωρίστηκαν σε 2 ομίλους των έξι ομάδων. Οι πρώτες τέσσερις ομάδες συνέχισαν στον προημιτελικό γύρο, ενώ οι δύο τελευταίες οδηγήθηκαν στους αγώνες κατάταξης για τις θέσεις 9 ως 12.