Πιέρ Έλιοτ Τρυντώ

15ος Πρωθυπουργός του Καναδά

Ο Πιέρ Έλιοτ Τρυντώ ή Πιέρ Τρυντώ (Joseph Philippe Pierre Yves Elliott Trudeau, Μόντρεαλ, 18 Οκτωβρίου 1919Μόντρεαλ, 28 Σεπτεμβρίου 2000) ήταν διεκεκριμένος Καναδός πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε και πρωθυπουργός στην χώρα του κατά τις περιόδους 19681979 και 19801984.

Πιέρ Έλιοτ Τρυντώ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Pierre Elliott Trudeau (Γαλλικά)
Γέννηση18  Οκτωβρίου 1919[1][2][3]
Μόντρεαλ[4]
Θάνατος28  Σεπτεμβρίου 2000[1][2][3]
Μόντρεαλ[5]
Αιτία θανάτουκαρκίνος του προστάτη και νόσος
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςSt-Rémi-de-Napierville Cemetery[6]
Χώρα πολιτογράφησηςΚαναδάς
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Ύψος1,72 m Edit this on Wikidata
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓαλλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[7]
Αγγλικά[7]
ΣπουδέςΝομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ
Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου
Σχολή Χάρβαρντ Κένεντι
Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού
Κολλέγιο Ζαν-ντε-Μπρεμπέφ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
δικηγόρος
δημοσιογράφος
δικαστής
ημερολογιογράφος
συγγραφέας απομνημονευμάτων[8]
νομικός
καθηγητής
ΕργοδότηςCité Libre
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΦιλελεύθερο Κόμμα του Καναδά
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜαργκαρέτ Τρυντώ (1971–1984)
ΤέκναΤζάστιν Τρυντώ[9]
Αλεξάντρ Τρυντώ
Μισέλ Τρυντώ
Σάρα Κόυν
ΓονείςΣαρλ Τρυντώ και Γκρέις Έλιοτ[10]
ΑδέλφιαΣαρλ Ελλιότ Τρυντώ[11]
ΟικογένειαΟικογένεια Τρυντώ
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςΔόκιμος Αξιωματικός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΠρωθυπουργός του Καναδά (1968–1979)
Πρωθυπουργός του Καναδά (1980–1984)
μέλος της Βουλής των Κοινοτήτων του Καναδά (1965–1984, Mount Royal)
Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης του Καναδά (1979–1980)
Υπουργός Δικαιοσύνης του Καναδά (1967–1968)
President of the King's Privy Council for Canada (Μάρτιος 1968 – Μαΐου 1968)
Leader of the Liberal Party of Canada (1968–1984)
ΒραβεύσειςΕταίρος του Τάγματος του Καναδά
Albert Einstein Peace Prize (1984)
Companion of Honour
μετάλλιο του αργυρου ιωβηλαίου της Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου
επίτιμος διδάκτωρ του πανεπιστημίου Κέιο
Επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οττάβας
Προσωπικότητα του Καναδικού Τύπου της Χρονιάς (1968)
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Υπήρξε ένας από τους πλέον δημοφιλείς και τους πλέον αμφιλεγόμενους δημόσιους άνδρες της εποχής του. Γόνος πλούσιας γαλλόφωνης, καθολικής οικογένειας του Μόντρεαλ, στα νεανικά του χρόνια, υπήρξε οπαδός του φασίζοντος γαλλοκαναδικού εθνικιστικού κινήματος, το οποίο είχε ως στόχο την απόσχιση του Κεμπέκ από την Καναδική Συνομοσπονδία και τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου γαλλόφωνου κράτους στην Βόρεια Αμερική. Κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αποπέμφθηκε από τον Καναδικό Στρατό για ανυπακοή και έτσι δε συμμετείχε στον πόλεμο, όπως και πολλοί άλλοι κάτοικοι του Κεμπέκ.

Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Σπούδασε επίσης στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, στράφηκε προς τον σοσιαλισμό και άρχισε να εκδίδει το περιοδικό Cité Libre (Ελεύθερη Πόλη), μέσα από το οποίο αρθρογραφούσε κατά της τότε πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας του Κεμπέκ. Πάντως ο ίδιος παρέμεινε πιστός καθολικός σε όλη του την ζωή.

Από το 1961 έως το 1965, δίδαξε Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, το οποίο το εγκατέλειψε για να στραφεί προς την πολιτική. Το 1965 εκλέχθηκε βουλευτής του Φιλελεύθερου Κόμματος του Καναδά και το 1967 ανέλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης της χώρας. Ως υπουργός Δικαιοσύνης κατάργησε τους νόμους κατά των ομοφυλόφιλων και αναμόρφωσε τους νόμους για τα διαζύγια.

Το 1968 ανέλαβε την ηγεσία του Φιλελεύθερου Κόμματος του Καναδά και την πρωθυπουργία της χώρας. Αν και πολύ δημοφιλής στον αγγλόφωνο Καναδά, στο Κεμπέκ ήταν πάντα μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα για τη σκληρή του στάση απέναντι στους γαλλόφωνους εθνικιστές. Τον Οκτώβριο του 1970, η τρομοκρατική οργάνωση «Μέτωπο Απελευθέρωσης του Κεμπέκ» (Front de Libération du Québec ή FLQ) απήγαγε τον Τζέιμς Κρος, εμπορικό ακόλουθο της Βρετανίας στον Καναδά, και τον Πιέρ Λαπόρτ, επαρχιακό υπουργό Εργασίας του Κεμπέκ. Λίγες ημέρες αργότερα το FLQ δολοφόνησε τον Λαπόρτ. Για να αντιμετωπίσει την κατάσταση, ο Τρυντώ κήρυξε στρατιωτικό νόμο στο Κεμπέκ και προχώρησε σε μαζικές συλλήψεις υπόπτων.

Το 1980, όταν στο Κεμπέκ έγινε δημοψήφισμα για την απόσχιση της επαρχίας από την Καναδική Συνομοσπονδία, ο Τρυντώ υποσχέθηκε στους κατοίκους της επαρχίας μία νέα συνταγματική συμφωνία που θα επέτρεπε στο Κεμπέκ να βρει τη θέση που του άξιζε στον Καναδά. Ωστόσο, το 1982, η επαρχιακή κυβέρνηση του Κεμπέκ, υπό τον εθνικιστή Ρενέ Λεβέκ, αρνήθηκε να υπογράψει το νέο σύνταγμα του Καναδά, εκτιμώντας ότι δεν ικανοποιούνταν τα αιτήματα των γαλλόφωνων της χώρας. Μέχρι σήμερα, το Κεμπέκ παραμένει η μοναδική επαρχία του Καναδά που δεν έχει συνυπογράψει το καναδικό Σύνταγμα του 1982.

Στην εξωτερική πολιτική, ο Τρυντώ ακολούθησε μια ανεξάρτητη γραμμή, αν και ο Καναδάς παρέμεινε πιστό μέλος της Ατλαντικής Συμμαχίας. Ήταν φίλος με τον Φιντέλ Κάστρο και επισκέφθηκε την Κίνα του Μάο Τσε Τουνγκ, πολύ πριν αρχίσουν τα ανοίγματα των ΗΠΑ προς την Κίνα.

Στην οικονομική πολιτική, ακολούθησε μέτρα κρατικού παρεμβατισμού με αποτέλεσμα να διογκωθεί το δημόσιο χρέος του Καναδά. Το Εθνικό Πρόγραμμα Ενέργειας του 1980, το οποίο στόχευε στον έλεγχο των τιμών του πετρελαίου και την πετρελαϊκή αυτάρκεια της χώρας, έκαναν τον Τρυντώ να χάσει μεγάλο μέρος της δημοτικότητάς του στον δυτικό Καναδά, και κυρίως στην επαρχία της Αλμπέρτας, όπου παράγεται πολύ πετρέλαιο.

Ο Τρυντώ ήταν επίσης γνωστός για την κοσμική και πολυτάραχη προσωπική ζωή του. Το 1971 παντρεύτηκε την κατά τριάντα χρόνια νεότερή του Μάργκαρετ Σινκλαίρ, με την οποία απέκτησε τρεις γιους. Ο πιο μικρός του γιος σκοτώθηκε σε δυστύχημα το 1998, σε ηλικία 23 ετών. Το ζεύγος Τρυντώ–Σινκλαίρ χώρισε το 1984, αφού για πολύ καιρό υπήρξε αγαπημένο θέμα για τις κοσμικές στήλες των εφημερίδων. Μετά το διαζύγιο, το 1991, ο Τρυντώ απέκτησε και μία κόρη από εξώγαμη σχέση.

Αποχώρησε από την πολιτική το 1984 για να ασχοληθεί κατόπιν με την δικηγορία. Στα τελευταία του χρόνια, υπέφερε από την ασθένεια του Πάρκινσον και από καρκίνο του προστάτη. Πέθανε στο σπίτι του στις 28 Σεπτεμβρίου 2000 και κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους στις 3 Οκτωβρίου 2000.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12050219f. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Pierre-Elliott-Trudeau. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  6. 6,0 6,1 parcs.canada.ca/culture/designation/sepulture-gravesite/trudeau.
  7. 7,0 7,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12050219f. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  8. books.google.ca/books/about/Memoirs.html?id=6Bh6AAAAMAAJ.
  9. «Justin Trudeau, Son of a Canadian Leader, Follows His Own Path to Power». 20  Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 11  Αυγούστου 2017.
  10. 10,0 10,1 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
  11. «répertoire du patrimoine culturel du Québec» (Γαλλικά) 8029. Ανακτήθηκε στις 3  Απριλίου 2023.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία